Ο «κολλητός» του Αλέξανδρου περιγράφει στην κατάθεσή του καρέ καρέ τα γεγονότα
Της Ευας Καραμανωλη
«Το μόνο που θέλω να σας πω είναι ότι τον Αλέξανδρο δεν τον σκότωσαν. Τον δολοφόνησαν εν ψυχρώ...». Πρόκειται για τον επίλογο της κατάθεσης που έδωσε στους αστυνομικούς ο 15χρονος Ν.Ρ. «κολλητός φίλος» του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, ο οποίος το μοιραίο βράδυ βρισκόταν μαζί του στη συμβολή των οδών Ζωοδόχου Πηγής και Τζαβέλλα.
Ο 15χρονος, ο οποίος είναι ο μοναδικός αυτόπτης μάρτυρας που έχει καταθέσει προανακριτικά, περιγράφει «καρέ καρέ» τα γεγονότα και τον θάνατο του φίλου του. «Οι αστυνομικοί, και οι δύο αν δεν κάνω λάθος, έβγαλαν τα όπλα από τις θήκες τους, σημάδεψαν προς τα εμπρός, δηλαδή προς το μέρος που βρισκόμουν εγώ και ο Αλέξανδρος (σ.σ. από πίσω τους βρίσκονταν περίπου 30 άτομα που δεν προκύπτει ότι τα γνώριζαν) και ακούστηκαν τρεις πυροβολισμοί. Ο ένας αστυνομικός κρατούσε το όπλο με τα δύο του χέρια», καταθέτει. Ο 15χρονος αναφέρεται ταυτόχρονα και στους δύο αστυνομικούς επισημαίνοντας ότι «σημάδεψαν προς το μέρος μας και πυροβολούσαν», ενώ παρά το γεγονός ότι δεν εμφανίζεται σίγουρος για το ακριβές χρονικό σημείο που χτυπήθηκε από τη σφαίρα ο φίλος του, δηλώνει βέβαιος για τον ακαριαίο θάνατό του καθώς όπως εξηγεί στους αστυνομικούς «δεν είχε σφυγμό και έβγαλε αίμα από το στόμα».
«Ο Αλέξανδρος έπεσε κάτω, αν δεν κάνω λάθος, στον δεύτερο ή στον πρώτο πυροβολισμό σίγουρα πάντως έπεσε πριν τον τρίτο πυροβολισμό. Μετά δεν θυμάμαι τι έγινε, επικράτησε πανικός. Φώναζε ο κόσμος και κάποιοι σήκωσαν την μπλούζα του Αλέξανδρου και είδα ότι είχε μια τρύπα στον θώρακα και λίγο προς την καρδιά. Είχε βγάλει και αίμα. Να σας πω ότι οι αστυνομικοί που πυροβόλησαν έφυγαν, δεν θυμάμαι προς ποια κατεύθυνση. Στη συνέχεια ήρθε το ΕΚΑΒ και πήρε τον Αλέξανδρο νεκρό. Αυτό το λέω γιατί δεν είχε σφυγμό και έβγαλε αίμα από το στόμα...».
Το μοιραίο ραντεβού
Πώς όμως βρέθηκαν τα δύο παιδιά εκεί και πώς οι ειδικοί φρουροί τους συνέδεσαν με την ομάδα των 30 ατόμων που προκάλεσε φθορές στο περιπολικό και τους επετέθη όπως υποστηρίζουν οι ίδιοι πετώντας αντικείμενα προς το μέρος τους;
Σύμφωνα με τα όσα καταθέτει ο ανήλικος Ν.Ρ. το απόγευμα του Σαββάτου τα παιδιά επικοινώνησαν προκειμένου να κανονίσουν την έξοδό τους. «Είχα μιλήσει με τον Αλέξη και μου είχε πει ότι θα πάει σε έναν αγώνα πόλο. Του είπα να με πάρει τηλέφωνο όταν θα τελείωνε ο αγώνας για να βρεθούμε στην οδό Μεσολογγίου στα Εξάρχεια». Τα παιδιά συνήθιζαν να συναντώνται στο συγκεκριμένο μέρος. Ετσι, το περασμένο Σάββατο, καθόντουσαν στον πεζόδρομο και συζητούσαν όταν «ακούσαμε ένα μπαμ δυνατούτσικο... ακούστηκε από την Ναυαρίνου... μετά από περίπου 1,5 λεπτό ακούσαμε από 4-5 περαστικούς να λένε: «Κατεβαίνουν μπάτσοι κάτι έγινε». Από περιέργεια λοιπόν και εγώ με τον Αλέξανδρο βγήκαμε από εκεί που καθόμασταν και πήγαμε στη μέση της οδού Τζαβέλλα να δούμε τι είχε συμβεί».
Εν συνεχεία ο 15χρονος περιγράφει πώς βρέθηκαν ανάμεσα στους δύο ειδικούς φρουρούς και στα άτομα (περίπου 30 σύμφωνα με τους αστυνομικούς) που είχαν συγκεντρωθεί. «Είδαμε σε απόσταση 15-20 μέτρων τους δύο αστυνομικούς. Πίσω μου υπήρχαν άλλα άτομα αλλά ακριβώς επειδή ήταν πίσω μου δεν τους είδα... Κάποιος από πίσω μου πέταξε ένα μπουκάλι που φυσικά δεν έφτασε στους αστυνομικούς. Με το που τους είδαμε άρχισαν να βρίζουν και εμένα και τον Αλέξανδρο και τους άλλους που ήταν πίσω μας. Ελεγαν οι αστυνομικοί «θα σας γ.... ελάτε να σας δείξουμε ποιος είναι ο μάγκας» και τέτοια». Σύμφωνα με τον μάρτυρα με το που εκσφενδονίστηκε το μπουκάλι «οι αστυνομικοί, και οι δύο αν δεν κάνω λάθος, έβγαλαν τα όπλα από τις θήκες τους και σημάδεψαν προς τα εμπρός...».
Το Κέντρο της Αμεσης Δράσης
Οπως προκύπτει από την κατάθεση του ανθυπαστυνόμου Ανδρέα Μπατσούλα, ο οποίος το επίμαχο βράδυ υπηρετούσε στο κέντρο της Αμεσης Δράσης οι δύο ειδικοί φρουροί επικοινώνησαν με τον ασύρματο γύρω στις 21.00 και τον ενημέρωσαν ότι δέχονται επίθεση. «Ζήτησα να απομακρυνθούν άμεσα και να απεγκλωβιστούν από το συγκεκριμένο σημείο». Ο ανθυπαστυνόμος προσπάθησε στο ενδιάμεσο να επικοινωνήσει μαζί τους δυο - τρεις φορές. Οταν τελικά τους βρήκε, εκείνοι τον ενημέρωσαν ότι είχαν απεγκλωβιστεί και κινούνταν με το περιπολικό προς το Α.Τ. Εξαρχείων. «Τους ρώτησα αν κάποιος από το πλήρωμα είχε τραυματιστεί και η απάντηση ήταν αρνητική. Κατά τη διάρκεια της παραπάνω συνομιλίας το κέντρο της Αμεσης Δράσης έλαβε τηλεφώνημα για ένα τραυματισμένο άτομο στη Μεσολογγίου και Τζαβέλλα στα Εξάρχεια και άλλο τηλεφώνημα ότι ακούστηκαν πυροβολισμοί στην ίδια κατεύθυνση». Στο στάδιο της προανάκρισης ελήφθησαν καταθέσεις και από άνδρες των ΜΑΤ που την ώρα της συμπλοκής υπηρετούσαν έξω από τα γραφεία του ΠΑΣΟΚ επί της Χαριλάου Τρικούπη. Παρά το γεγονός ότι οι συγκεκριμένοι μάρτυρες δηλώνουν ότι άκουσαν τρεις - τέσσερις κρότους, οι ίδιοι υποστηρίζουν ότι κανένας από τους δύο ειδικούς φρουρούς δεν τους ενημέρωσε για τραυματισμό. Ενδιαφέρον, ωστόσο, είναι ότι ένας αστυνομικός περιγράφει τους ειδικούς φρουρούς να φεύγουν τρέχοντας από το σημείο και ένας άλλος περπατώντας.
Μιλώντας στην «Κ» ο συνήγορος των δύο προφυλακισθέντων ειδικών φρουρών κ. Αλέξης Κούγιας επικαλούμενος τα στοιχεία της δικογραφίας υπεραμύνθηκε της αθωότητος των εντολέων του αλλά και του τρόπου που επέλεξαν, όπως επισήμανε, «να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους». Ο δικηγόρος έστρεψε τα βέλη του και κατά του Δικηγορικού Συλλόγου που ομοφώνως άσκησε σε βάρος του πειθαρχική δίωξη. «Με καλούν να απολογηθώ γιατί δέχθηκα να υπερασπιστώ δύο αστυνομικούς και επειδή είπα τα πράγματα με το όνομά τους. Αλίμονο εάν ο δικηγόρος καλείται να απολογηθεί για τους ισχυρισμούς του εντολέως του, τους οποίους σημειωτέον έχει υπογράψει μόνο ο εντολεύς. Πουθενά δεν γίνεται περιύβριση νεκρού. Γίνεται πιστοποίηση της πραγματικότητας», υποστηρίζει.
Πηγή: Kathimerini.gr
Της Ευας Καραμανωλη
«Το μόνο που θέλω να σας πω είναι ότι τον Αλέξανδρο δεν τον σκότωσαν. Τον δολοφόνησαν εν ψυχρώ...». Πρόκειται για τον επίλογο της κατάθεσης που έδωσε στους αστυνομικούς ο 15χρονος Ν.Ρ. «κολλητός φίλος» του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, ο οποίος το μοιραίο βράδυ βρισκόταν μαζί του στη συμβολή των οδών Ζωοδόχου Πηγής και Τζαβέλλα.
Ο 15χρονος, ο οποίος είναι ο μοναδικός αυτόπτης μάρτυρας που έχει καταθέσει προανακριτικά, περιγράφει «καρέ καρέ» τα γεγονότα και τον θάνατο του φίλου του. «Οι αστυνομικοί, και οι δύο αν δεν κάνω λάθος, έβγαλαν τα όπλα από τις θήκες τους, σημάδεψαν προς τα εμπρός, δηλαδή προς το μέρος που βρισκόμουν εγώ και ο Αλέξανδρος (σ.σ. από πίσω τους βρίσκονταν περίπου 30 άτομα που δεν προκύπτει ότι τα γνώριζαν) και ακούστηκαν τρεις πυροβολισμοί. Ο ένας αστυνομικός κρατούσε το όπλο με τα δύο του χέρια», καταθέτει. Ο 15χρονος αναφέρεται ταυτόχρονα και στους δύο αστυνομικούς επισημαίνοντας ότι «σημάδεψαν προς το μέρος μας και πυροβολούσαν», ενώ παρά το γεγονός ότι δεν εμφανίζεται σίγουρος για το ακριβές χρονικό σημείο που χτυπήθηκε από τη σφαίρα ο φίλος του, δηλώνει βέβαιος για τον ακαριαίο θάνατό του καθώς όπως εξηγεί στους αστυνομικούς «δεν είχε σφυγμό και έβγαλε αίμα από το στόμα».
«Ο Αλέξανδρος έπεσε κάτω, αν δεν κάνω λάθος, στον δεύτερο ή στον πρώτο πυροβολισμό σίγουρα πάντως έπεσε πριν τον τρίτο πυροβολισμό. Μετά δεν θυμάμαι τι έγινε, επικράτησε πανικός. Φώναζε ο κόσμος και κάποιοι σήκωσαν την μπλούζα του Αλέξανδρου και είδα ότι είχε μια τρύπα στον θώρακα και λίγο προς την καρδιά. Είχε βγάλει και αίμα. Να σας πω ότι οι αστυνομικοί που πυροβόλησαν έφυγαν, δεν θυμάμαι προς ποια κατεύθυνση. Στη συνέχεια ήρθε το ΕΚΑΒ και πήρε τον Αλέξανδρο νεκρό. Αυτό το λέω γιατί δεν είχε σφυγμό και έβγαλε αίμα από το στόμα...».
Το μοιραίο ραντεβού
Πώς όμως βρέθηκαν τα δύο παιδιά εκεί και πώς οι ειδικοί φρουροί τους συνέδεσαν με την ομάδα των 30 ατόμων που προκάλεσε φθορές στο περιπολικό και τους επετέθη όπως υποστηρίζουν οι ίδιοι πετώντας αντικείμενα προς το μέρος τους;
Σύμφωνα με τα όσα καταθέτει ο ανήλικος Ν.Ρ. το απόγευμα του Σαββάτου τα παιδιά επικοινώνησαν προκειμένου να κανονίσουν την έξοδό τους. «Είχα μιλήσει με τον Αλέξη και μου είχε πει ότι θα πάει σε έναν αγώνα πόλο. Του είπα να με πάρει τηλέφωνο όταν θα τελείωνε ο αγώνας για να βρεθούμε στην οδό Μεσολογγίου στα Εξάρχεια». Τα παιδιά συνήθιζαν να συναντώνται στο συγκεκριμένο μέρος. Ετσι, το περασμένο Σάββατο, καθόντουσαν στον πεζόδρομο και συζητούσαν όταν «ακούσαμε ένα μπαμ δυνατούτσικο... ακούστηκε από την Ναυαρίνου... μετά από περίπου 1,5 λεπτό ακούσαμε από 4-5 περαστικούς να λένε: «Κατεβαίνουν μπάτσοι κάτι έγινε». Από περιέργεια λοιπόν και εγώ με τον Αλέξανδρο βγήκαμε από εκεί που καθόμασταν και πήγαμε στη μέση της οδού Τζαβέλλα να δούμε τι είχε συμβεί».
Εν συνεχεία ο 15χρονος περιγράφει πώς βρέθηκαν ανάμεσα στους δύο ειδικούς φρουρούς και στα άτομα (περίπου 30 σύμφωνα με τους αστυνομικούς) που είχαν συγκεντρωθεί. «Είδαμε σε απόσταση 15-20 μέτρων τους δύο αστυνομικούς. Πίσω μου υπήρχαν άλλα άτομα αλλά ακριβώς επειδή ήταν πίσω μου δεν τους είδα... Κάποιος από πίσω μου πέταξε ένα μπουκάλι που φυσικά δεν έφτασε στους αστυνομικούς. Με το που τους είδαμε άρχισαν να βρίζουν και εμένα και τον Αλέξανδρο και τους άλλους που ήταν πίσω μας. Ελεγαν οι αστυνομικοί «θα σας γ.... ελάτε να σας δείξουμε ποιος είναι ο μάγκας» και τέτοια». Σύμφωνα με τον μάρτυρα με το που εκσφενδονίστηκε το μπουκάλι «οι αστυνομικοί, και οι δύο αν δεν κάνω λάθος, έβγαλαν τα όπλα από τις θήκες τους και σημάδεψαν προς τα εμπρός...».
Το Κέντρο της Αμεσης Δράσης
Οπως προκύπτει από την κατάθεση του ανθυπαστυνόμου Ανδρέα Μπατσούλα, ο οποίος το επίμαχο βράδυ υπηρετούσε στο κέντρο της Αμεσης Δράσης οι δύο ειδικοί φρουροί επικοινώνησαν με τον ασύρματο γύρω στις 21.00 και τον ενημέρωσαν ότι δέχονται επίθεση. «Ζήτησα να απομακρυνθούν άμεσα και να απεγκλωβιστούν από το συγκεκριμένο σημείο». Ο ανθυπαστυνόμος προσπάθησε στο ενδιάμεσο να επικοινωνήσει μαζί τους δυο - τρεις φορές. Οταν τελικά τους βρήκε, εκείνοι τον ενημέρωσαν ότι είχαν απεγκλωβιστεί και κινούνταν με το περιπολικό προς το Α.Τ. Εξαρχείων. «Τους ρώτησα αν κάποιος από το πλήρωμα είχε τραυματιστεί και η απάντηση ήταν αρνητική. Κατά τη διάρκεια της παραπάνω συνομιλίας το κέντρο της Αμεσης Δράσης έλαβε τηλεφώνημα για ένα τραυματισμένο άτομο στη Μεσολογγίου και Τζαβέλλα στα Εξάρχεια και άλλο τηλεφώνημα ότι ακούστηκαν πυροβολισμοί στην ίδια κατεύθυνση». Στο στάδιο της προανάκρισης ελήφθησαν καταθέσεις και από άνδρες των ΜΑΤ που την ώρα της συμπλοκής υπηρετούσαν έξω από τα γραφεία του ΠΑΣΟΚ επί της Χαριλάου Τρικούπη. Παρά το γεγονός ότι οι συγκεκριμένοι μάρτυρες δηλώνουν ότι άκουσαν τρεις - τέσσερις κρότους, οι ίδιοι υποστηρίζουν ότι κανένας από τους δύο ειδικούς φρουρούς δεν τους ενημέρωσε για τραυματισμό. Ενδιαφέρον, ωστόσο, είναι ότι ένας αστυνομικός περιγράφει τους ειδικούς φρουρούς να φεύγουν τρέχοντας από το σημείο και ένας άλλος περπατώντας.
Μιλώντας στην «Κ» ο συνήγορος των δύο προφυλακισθέντων ειδικών φρουρών κ. Αλέξης Κούγιας επικαλούμενος τα στοιχεία της δικογραφίας υπεραμύνθηκε της αθωότητος των εντολέων του αλλά και του τρόπου που επέλεξαν, όπως επισήμανε, «να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους». Ο δικηγόρος έστρεψε τα βέλη του και κατά του Δικηγορικού Συλλόγου που ομοφώνως άσκησε σε βάρος του πειθαρχική δίωξη. «Με καλούν να απολογηθώ γιατί δέχθηκα να υπερασπιστώ δύο αστυνομικούς και επειδή είπα τα πράγματα με το όνομά τους. Αλίμονο εάν ο δικηγόρος καλείται να απολογηθεί για τους ισχυρισμούς του εντολέως του, τους οποίους σημειωτέον έχει υπογράψει μόνο ο εντολεύς. Πουθενά δεν γίνεται περιύβριση νεκρού. Γίνεται πιστοποίηση της πραγματικότητας», υποστηρίζει.
Πηγή: Kathimerini.gr