Στην εικοσαετία που μεσολαβεί ανάμεσα στην περίοδο της πτώσης του ανατολικού μπλοκ και στις μέρες μας συνέβησαν σημαντικές αλλαγές σε ολόκληρο τον κόσμο, αλλαγές που δεν θα μπορούσαν να μην επηρεάσουν και την περιοχή μας, σε συνδυασμό με τις ειδικές αναδιαρθρώσεις που έλαβαν χώρα στην Ελλάδα και με τις μεταβολές στην διεθνή οικονομική κατάσταση.
Ειδικότερα στην Κέρκυρα είδαμε τον μαρασμό του εμπορικού λιμανιού ( σε συνδυασμό με την αναβάθμιση του λιμανιού της Ηγουμενίτσας) ,την στροφή των τουριστικών μονοπωλίων σε άλλους, φτηνότερους προορισμούς – Ισπανία, Τουρκία και εσχάτως Αλβανία, την αδυναμία του κερκυραϊκού τουρισμού να αυξήσει το μερίδιο του στη διεθνή αγορά ποιοτικού τουρισμού. Η τρέχουσα, σοβαρή διεθνής οικονομική κρίση επέδρασε στη βάση αυτών των αλλαγών, με αποτέλεσμα τα εξαιρετικά μειωμένα αποτελέσματα της φετινής τουριστικής σαιζόν, αποτελέσματα τα οποία είναι οφθαλμοφανή ακόμη και με έναν απλό περίπατο στο ιστορικό κέντρο. Είναι πλέον προφανές ότι μοναδική απάντηση για την τοπική οικονομία μπορεί να είναι – δεδομένου ότι το βασικό προϊόν της τοπικής οικονομίας παραμένει η “μονοκαλλιέργεια” των τουριστικών υπηρεσιών- μια στροφή σε μια διαφορετική τουριστική ανάπτυξη, φιλική προς το περιβάλλον και ικανή να προσελκύσει ένα - ολοένα αυξανόμενο διεθνώς – ποιοτικότερο τουριστικό κοινό. Λύσεις ήπιας τουριστικής ανάπτυξης, χαμηλού κόστους δεδομένης της ευρωπαϊκής βοήθειας, εξαιρετικά κερδοφόρες σε άλλες περιοχές (Ήπειρο, Θεσσαλία, Κρήτη) και με την εξαιρετική φυσική και ιστορική βάση της Κέρκυρας κερδίζουν όλο και περισσότερο στήριξη από φωνές του νησιού, και όχι μόνο.
Σε αντίθετη πορεία με αυτές τις φωνές βρίσκεται η πολιτική εξουσία της Κέρκυρας, με μια σειρά αποφάσεων που θα επιβαρύνουν παρθένες περιοχές του νησιού, και παρά την αντίθετη γνώμη των κατοίκων των περιοχών αυτών. Λευκίμμη, Τεμπλόνι και εσχάτως η περιοχή μεταξύ Βαρυπατάδων – Καλαφατιώνων – Καρουμπάτικων, όπου προαναγγέλλεται στη μελέτη της Νομαρχίας βιοτεχνικό πάρκο 250 στρεμμάτων σε μια περιοχή εξαιρετικού φυσικού κάλλους, σε απόσταση αναπνοής από δυο παραδοσιακούς και διατηρητέους οικισμούς. Σημαντικότερη δε παράμετρος της μελέτης είναι η δυνατότητα επέκτασης και αναβάθμισης του πάρκου σε περιοχή μεσαίας ή άκομη και υψήλής όχλησης, προκειμένου να εξυπηρετηθούν συμφέροντα επιχειρήσεων που ήδη λειτουργούν στην περιοχή. Φυσικά, το επιχείρημα των γνωστών “πατερούληδων” του κερκυραϊκού λαού είναι η “ανάπτυξη” και η δημιουργία θέσεων εργασίας, πάγιο επιχείρημα όσων κερδοσκοπούν εδώ και δεκαετίες εις βάρος του τοπίου και της ζωής των κατοίκων του νησιού. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι – όπως και στην περίπτωση του ΧΥΤΑ Λευκίμμης – το υπό συζήτηση έργο κινείται σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση από την ευρωπαϊκή τάση, που ζητάει την αποκέντρωση των βιομηχανικών περιοχών και την κατανομή τους σε μικρές μονάδες ενσωματωμένες στους αστικούς ιστούς. Ενδιαφέρον έχει επίσης ότι στην πρόταση, η πρόβλεψη για βιολογικό καθαρισμό καλύπτει μόνο 1,5 στρέμμα, ενδεικτικό της εργολαβίστικης αντίληψης στην ανάπτυξη της Νέας Διακυβέρνησης.
Όπως επισημαίνει και η Πρωτοβουλία κατοίκων Καλαφατιώνων, στην περιοχή θα μπορούσε να δημιουργηθεί πάρκο περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και μονάδες οικοτουρισμού και αγροτουρισμού, με την οποία όχι μόνο δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας, όχι μόνο προστατεύεται το περιβάλλον και οι γειτονικοί οικισμοί, αλλά επιπλέον η περιοχή μπορεί να αποκτήσει μια διεθνή προβολή, πράγμα που συνολικά θα προασπίσει τα συμφέροντα του νησιού.
Ο αγώνας των κατοίκων της περιοχής είναι αγώνας για μια συνολική αλλαγή αντίληψης στην Κέρκυρα, και είναι ενδεικτικός του κλίματος που μετακινείται από το γκρουπ 18- 30 και τις ντίσκο σε μια ανάπτυξη αντίστοιχη με το εξαιρετικό προϊόν που μπορεί να παράσχει η Κέρκυρα, με την ομορφιά του αστικού και του αγροτικού τοπίου της. Ως τέτοιος είναι υπόθεση όλων των Κερκυραίων που βλέπουν τις ζωές και της δουλειές τους να υποβαθμίζονται στο βωμό μεγαλοεπιχειρηματικών και πολιτικών συμφερόντων και είναι και υπόθεση της δημοτικής αρχής της περιοχής, και ειδικά του Δημάρχου Αχιλλείων Τάκη Καρύδη, που καλούνται να σταθούν επικεφαλής του αγώνα των συντοπιτών τους ενάντια στην ανάπτυξη του τσιμέντου της περιβαλλοντικής καταστροφής και της βιολογικής μόλυνσης.
Σπύρος Μπόικος,
Μέλος της Contra Rossa
Ειδικότερα στην Κέρκυρα είδαμε τον μαρασμό του εμπορικού λιμανιού ( σε συνδυασμό με την αναβάθμιση του λιμανιού της Ηγουμενίτσας) ,την στροφή των τουριστικών μονοπωλίων σε άλλους, φτηνότερους προορισμούς – Ισπανία, Τουρκία και εσχάτως Αλβανία, την αδυναμία του κερκυραϊκού τουρισμού να αυξήσει το μερίδιο του στη διεθνή αγορά ποιοτικού τουρισμού. Η τρέχουσα, σοβαρή διεθνής οικονομική κρίση επέδρασε στη βάση αυτών των αλλαγών, με αποτέλεσμα τα εξαιρετικά μειωμένα αποτελέσματα της φετινής τουριστικής σαιζόν, αποτελέσματα τα οποία είναι οφθαλμοφανή ακόμη και με έναν απλό περίπατο στο ιστορικό κέντρο. Είναι πλέον προφανές ότι μοναδική απάντηση για την τοπική οικονομία μπορεί να είναι – δεδομένου ότι το βασικό προϊόν της τοπικής οικονομίας παραμένει η “μονοκαλλιέργεια” των τουριστικών υπηρεσιών- μια στροφή σε μια διαφορετική τουριστική ανάπτυξη, φιλική προς το περιβάλλον και ικανή να προσελκύσει ένα - ολοένα αυξανόμενο διεθνώς – ποιοτικότερο τουριστικό κοινό. Λύσεις ήπιας τουριστικής ανάπτυξης, χαμηλού κόστους δεδομένης της ευρωπαϊκής βοήθειας, εξαιρετικά κερδοφόρες σε άλλες περιοχές (Ήπειρο, Θεσσαλία, Κρήτη) και με την εξαιρετική φυσική και ιστορική βάση της Κέρκυρας κερδίζουν όλο και περισσότερο στήριξη από φωνές του νησιού, και όχι μόνο.
Σε αντίθετη πορεία με αυτές τις φωνές βρίσκεται η πολιτική εξουσία της Κέρκυρας, με μια σειρά αποφάσεων που θα επιβαρύνουν παρθένες περιοχές του νησιού, και παρά την αντίθετη γνώμη των κατοίκων των περιοχών αυτών. Λευκίμμη, Τεμπλόνι και εσχάτως η περιοχή μεταξύ Βαρυπατάδων – Καλαφατιώνων – Καρουμπάτικων, όπου προαναγγέλλεται στη μελέτη της Νομαρχίας βιοτεχνικό πάρκο 250 στρεμμάτων σε μια περιοχή εξαιρετικού φυσικού κάλλους, σε απόσταση αναπνοής από δυο παραδοσιακούς και διατηρητέους οικισμούς. Σημαντικότερη δε παράμετρος της μελέτης είναι η δυνατότητα επέκτασης και αναβάθμισης του πάρκου σε περιοχή μεσαίας ή άκομη και υψήλής όχλησης, προκειμένου να εξυπηρετηθούν συμφέροντα επιχειρήσεων που ήδη λειτουργούν στην περιοχή. Φυσικά, το επιχείρημα των γνωστών “πατερούληδων” του κερκυραϊκού λαού είναι η “ανάπτυξη” και η δημιουργία θέσεων εργασίας, πάγιο επιχείρημα όσων κερδοσκοπούν εδώ και δεκαετίες εις βάρος του τοπίου και της ζωής των κατοίκων του νησιού. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι – όπως και στην περίπτωση του ΧΥΤΑ Λευκίμμης – το υπό συζήτηση έργο κινείται σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση από την ευρωπαϊκή τάση, που ζητάει την αποκέντρωση των βιομηχανικών περιοχών και την κατανομή τους σε μικρές μονάδες ενσωματωμένες στους αστικούς ιστούς. Ενδιαφέρον έχει επίσης ότι στην πρόταση, η πρόβλεψη για βιολογικό καθαρισμό καλύπτει μόνο 1,5 στρέμμα, ενδεικτικό της εργολαβίστικης αντίληψης στην ανάπτυξη της Νέας Διακυβέρνησης.
Όπως επισημαίνει και η Πρωτοβουλία κατοίκων Καλαφατιώνων, στην περιοχή θα μπορούσε να δημιουργηθεί πάρκο περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και μονάδες οικοτουρισμού και αγροτουρισμού, με την οποία όχι μόνο δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας, όχι μόνο προστατεύεται το περιβάλλον και οι γειτονικοί οικισμοί, αλλά επιπλέον η περιοχή μπορεί να αποκτήσει μια διεθνή προβολή, πράγμα που συνολικά θα προασπίσει τα συμφέροντα του νησιού.
Ο αγώνας των κατοίκων της περιοχής είναι αγώνας για μια συνολική αλλαγή αντίληψης στην Κέρκυρα, και είναι ενδεικτικός του κλίματος που μετακινείται από το γκρουπ 18- 30 και τις ντίσκο σε μια ανάπτυξη αντίστοιχη με το εξαιρετικό προϊόν που μπορεί να παράσχει η Κέρκυρα, με την ομορφιά του αστικού και του αγροτικού τοπίου της. Ως τέτοιος είναι υπόθεση όλων των Κερκυραίων που βλέπουν τις ζωές και της δουλειές τους να υποβαθμίζονται στο βωμό μεγαλοεπιχειρηματικών και πολιτικών συμφερόντων και είναι και υπόθεση της δημοτικής αρχής της περιοχής, και ειδικά του Δημάρχου Αχιλλείων Τάκη Καρύδη, που καλούνται να σταθούν επικεφαλής του αγώνα των συντοπιτών τους ενάντια στην ανάπτυξη του τσιμέντου της περιβαλλοντικής καταστροφής και της βιολογικής μόλυνσης.
Σπύρος Μπόικος,
Μέλος της Contra Rossa