Για άλλη μια φορά η Κέρκυρα, βιώνει τις συνέπειες από την έλλειψη των κατάλληλων υποδομών αλλά και την έλλειψη ενός συνολικού σχεδιασμού, σχετικά με την αντιμετώπιση ενός κρίσιμου ζητήματος όπως είναι η διαχείριση απορριμμάτων.
Η αντίδραση των κατοίκων του Τεμπλονίου τις μέρες αυτές, ήταν εν πολλοίς αναμενόμενη, καθώς ο επερχόμενος κορεσμός του ΧΥΤΑ, επιδεινώνει ολοένα και περισσότερο την κατάσταση, επηρεάζοντας την ποιότητα ζωής των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής. Το γεγονός ότι ο ΧΥΤΑ στο Τεμπλόνι άγγιξε τα όρια κορεσμού του, έχει δημιουργήσει μια επικίνδυνη κατάσταση, τόσο για τη δημόσια υγεία, όσο και για την οικονομία του τόπου μας. Σε κάθε περίπτωση, είναι βέβαιο πως οι μόνοι που δεν ευθύνονται για την κατάσταση αυτή, είναι οι πολίτες της Κέρκυρας αλλά και οι κάτοικοι του Τεμπλονίου, οι οποίοι επί σειρά ετών δέχονται υποσχέσεις για την επίλυση του προβλήματος, χωρίς μέχρι σήμερα να έχει σημειωθεί η παραμικρή πρόοδος.
Ας δούμε όμως, ποια είναι η πραγματικότητα που ισχύει γενικά στη χώρα μας το 2007 αλλά και σε ένα Νομό της, με 120.000 κατοίκους και πολλαπλάσιο αριθμό επισκεπτών κάθε χρόνο – στο Νομό της Κέρκυρας.
Δυστυχώς, η χώρα μας (σε αντίθεση με τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης) καθυστέρησε σημαντικά να δημιουργήσει τις κατάλληλες υποδομές για τη σωστή και επαρκή διαχείριση των απορριμμάτων – και προφανώς από αυτή την πραγματικότητα δεν εξαιρείται ο Νομός Κέρκυρας. Οι συνέπειες από αυτή την καθυστέρηση είναι γνωστές σε όλους. Το μέγεθος του προβλήματος αποδεικνύεται από τις ανεξέλεγκτες - παράνομες χωματερές που είναι διάσπαρτες σε όλη τη χώρα, απειλώντας τη δημόσια υγεία και επιβαρύνοντας το φυσικό μας περιβάλλον αλλά και τον κορεσμό που έχει επέλθει σε όλες τις νόμιμες χωματερές και τους ΧΥΤΑ της χώρας. Είναι ενδεικτικό ότι από τις 5.000 χωματερές που λειτουργούν στη χώρα μας, το 70% περίπου είναι εντελώς ανεξέλεγκτες. Και αν θέλει κανείς να αποδώσει «τα του καίσαρος, τω καίσαρι» θα πρέπει να επισημάνει και το γεγονός ότι η πλειοψηφία των ΟΤΑ, δεν έχουν ικανοποιήσει τις συμβατικές τους υποχρεώσεις απέναντι στη νομοθεσία σχετικά με την ανακύκλωση, παρά το γεγονός ότι σαν χώρα, έχουμε αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις, ώστε να επιτύχουμε συγκεκριμένους στόχους και χρονοδιαγράμματα. Μέχρι σήμερα όμως, δεν έχουμε επιτύχει να ικανοποιήσουμε σε σημαντικό βαθμό ούτε καν τους πρώτους στόχους του 2006. Και οι στόχοι αυτοί είναι η μείωση του όγκου των απορριμμάτων, η ανάκτηση υλικών, η διαχείριση των ειδικών απορριμμάτων (όπως οργανικά υλικά με κομποστοποιήση, ηλεκτρικές / ηλεκτρονικές συσκευές, λάστιχα αυτοκινήτων, ορυκτέλαια, μπαταρίες κ.α.)
Επομένως, η ριζική αλλαγή προσανατολισμού στο θέμα της διαχείρισης των απορριμμάτων, δεν αποτελεί επιλογή αλλά μάλλον μονόδρομο – τόσο για τη χώρα, όσο και για την Κέρκυρα. Όμως σε αυτό το δύσκολο και πολυεπίπεδο πρόβλημα, το μόνο που είναι βέβαιο είναι ότι δεν υπάρχουν «μαγικές λύσεις».
Η λύση της καύσης των απορριμμάτων (την οποία πολλοί ΟΤΑ έσπευσαν να υιοθετήσουν), απορρίπτεται σχεδόν από το σύνολο των οικολογικών οργανώσεων, καθώς οι συνέπειες στον τομέα τους κόστους και της υγείας, είναι εξαιρετικά σοβαρές. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι σε ολόκληρο τον κόσμο, το κόστος της καύσης είναι τριπλάσιο από το κόστος της υγειονομικής ταφής. Και τούτο γιατί, η κατασκευή ενός εργοστασίου καύσης, οφείλει πάντα να συνοδεύεται από την παράλληλη κατασκευή μιας χωματερής τοξικών. Τα κατάλοιπα της καύσης, είναι εξαιρετικά τοξικά και απαιτούν ειδική μεταχείριση. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς, ότι οι όποιες υποσχέσεις δίνονται, δυστυχώς δεν μπορούν να ξεπεράσουν τους κανόνες της φυσικής και της χημείας...
Επιπρόσθετα, πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι σύμφωνα με την κοινοτική οδηγία 99/31, από το 2010 θα επιτρέπεται η απευθείας ταφή μόνο του 56% των απορριμμάτων, από το 2013 του 35%, και από το 2020 μόλις το 18%. Στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, η κατασκευή Χ.Υ.Τ.Υ. (Χώροι Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων) αποτελεί την πλέον ενδεδειγμένη μέθοδο που εφαρμόζεται ολοένα και περισσότερο, και η οποία προβλέπει την ταφή μέρους των απορριμμάτων ενώ το υπόλοιπο μετατρέπεται σε θερμική ενέργεια, λίπασμα, κλπ. Για να είναι σε θέση κανείς να συγκρίνει, να αναφέρουμε ότι στην Ελλάδα ανακυκλώνεται μόλις το 8% των απορριμμάτων και το 92% οδηγείται στους ΧΥΤΑ, ενώ στην Ολλανδία ανακυκλώνεται το 65% των απορριμμάτων, στους ΧΥΤΑ οδηγείται μόλις το 3%, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό επεξεργάζεται με άλλες εναλλακτικές μεθόδους. Και αν αυτή η σύγκριση δεν είναι αρκετή, να αναφέρουμε τη Δανία, η οποία ενταφιάζει μόνο το 10% των απορριμμάτων της, σε σύγκριση με το δικό μας 92%....
Η υιοθέτηση της μεθόδου της κομποστοποίησης και η απόλυτη εφαρμογή ολοκληρωμένων προγραμμάτων ανακύκλωσης, αποτελούν τις κεντρικές παραμέτρους για μια ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος. Κατά συνέπεια αποτελεί προϋπόθεση, σε κάθε γειτονιά να υπάρχουν οι ειδικοί μπλε κάδοι ανακύκλωσης, να δημιουργηθούν «κέντρα διαλογής στην πηγή», ούτως ώστε η διαδικασία της ανακύκλωσης να μπορεί να προχωρά αποτελεσματικά και να σταματήσουν επιτέλους πολύτιμα υλικά να καταλήγουν στις χωματερές. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την παγκόσμια εμπειρία, με αυτά τα απλά βήματα μπορούμε να μειώσουμε μεσοπρόθεσμα περίπου κατά 70-80% τα παραγόμενα απορρίμματα, με αποτέλεσμα να μένουν μόνο τα αδρανή υλικά, τα οποία και θα κληθούμε να ενταφιάσουμε.
Επομένως, αν ήθελε κανείς συνοπτικά να δει τα προαπαιτούμενα για τη μια μόνιμη λύση του προβλήματος, θα εντόπιζε τα εξής: 1) δημιουργία σύγχρονων υποδομών, με τη χρήση σύγχρονης τεχνολογίας, 2) απαραίτητη και ουσιαστική βούληση συνεργασίας από τους ΟΤΑ, τις βιομηχανίες αλλά και τις εταιρείες και 3) (ιδιαίτερα σημαντικό) μεθοδική ενημέρωση, πληροφόρηση, εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση των Πολιτών, οι οποίοι αποτελούν ίσως τον κρισιμότερο παράγοντα, για να λειτουργήσουν με ουσιαστικό και βιώσιμο τρόπο όλες οι μέθοδοι ανακύκλωσης και εναλλακτικής διαχείρισης των απορριμμάτων. Είναι φανερό λοιπόν, ότι η σύγχρονη διαχείριση του προβλήματος, δεν επιτρέπει βιαστικές και επιπόλαιες προσεγγίσεις ή αποσπασματικές δράσεις, αλλά γενναία πολιτική βούληση και σχεδιασμό.
Είναι αυτονόητο εξάλλου, ότι η ανακύκλωση, η εξοικονόμηση ενέργειας και η προστασία του περιβάλλοντος, πρέπει να πάψουν να φαντάζουν ως «πολυτέλεια», αλλά να γίνει σαφές σε όλους ότι πλέον οφείλουν να αποτελούν απόλυτη προτεραιότητα και αναγκαιότητα στην καθημερινή ζωή.
Στο Νομό της Κέρκυρας λοιπόν, δεδομένου ότι έχουμε αγγίξει το «σημείο μηδέν», όχι μόνο δεν πρέπει να φοβηθούμε αυτή την προσέγγιση αλλά αντιθέτως, πρέπει άμεσα να πάρουμε εκείνες τις πολιτικές αποφάσεις που θα επιτρέψουν την υλοποίηση ενός τέτοιου προγράμματος. Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να αποδείξουμε στην πράξη και όχι στα λόγια, ότι λειτουργούμε με βάση τη λογική της αειφόρου ανάπτυξης και της μετατροπής της Κέρκυρας σε Οικολογικό νησί.
Κατόπιν τούτων, στις άμεσες προτεραιότητες μαςπρέπει να τεθεί, η διεύρυνση του προγράμματος ανακύκλωσης σε όλο το Νομό, σε συνδυασμό με την άμεση έναρξη των αναγκαίων διαδικασιών που απαιτούνται (εκπόνηση των αναγκαίων μελετών), σε επίπεδο Περιφερειακού Σχεδιασμού -λαμβάνοντας υπόψη βέβαια τον προβλεπόμενο χωροταξικό σχεδιασμό του Νομού- ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο χρόνος που χρειάζεται για την υλοποίηση και εφαρμογή του σύγχρονου μοντέλου συνολικής διαχείρισης των απορριμμάτων του Νομού, που όλοι επιθυμούμε και επιδιώκουμε.
Ωστόσο, η έναρξη κοινωνικού διαλόγου, και η διαρκής ενημέρωση των πολιτών για τις προτεραιότητες που έχουν τεθεί, θα πρέπει να συνοδευτούν από τις άμεσες παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν στη μονάδα ΧΥΤΑ στο Τεμπλόνι, και οι οποίες θα έχουν ως στόχο την επίτευξη της καλύτερης δυνατής λειτουργίας της μονάδας, ώστε να περιοριστούν στο ελάχιστο δυνατό οι αρνητικές συνέπειες που προκύπτουν από την λειτουργία του, για την ποιότητα ζωής των κατοίκων, αλλά και το περιβάλλον.
Τέλος, είναι προφανές ότι το ζήτημα της διαχείρισης των απορριμμάτων στο Νομό της Κέρκυρας, πρέπει να προσεγγιστεί συνολικά, ενώ πρέπει να διεκδικηθεί και να υποστηριχθεί από όλους τους φορείς και τους κατοίκους, καθώς μας αφορά όλους, καθώς όλοι μας παράγουμε απορρίμματα, και κατά συνέπεια μερίδιο ευθύνης αναλογεί σε όλους μας.
Ας τολμήσουμε, ας αποφασίσουμε, ας διεκδικήσουμε.
Άντζελα Γκερέκου
Βουλευτής Κέρκυρας ΠΑΣΟΚ
Σχετικά άρθρα:
Tελικά ποια είναι η θέση της κ.Γκερέκου για τον ΧΥΤΑ της Λευκίμμης;
Η αντίδραση των κατοίκων του Τεμπλονίου τις μέρες αυτές, ήταν εν πολλοίς αναμενόμενη, καθώς ο επερχόμενος κορεσμός του ΧΥΤΑ, επιδεινώνει ολοένα και περισσότερο την κατάσταση, επηρεάζοντας την ποιότητα ζωής των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής. Το γεγονός ότι ο ΧΥΤΑ στο Τεμπλόνι άγγιξε τα όρια κορεσμού του, έχει δημιουργήσει μια επικίνδυνη κατάσταση, τόσο για τη δημόσια υγεία, όσο και για την οικονομία του τόπου μας. Σε κάθε περίπτωση, είναι βέβαιο πως οι μόνοι που δεν ευθύνονται για την κατάσταση αυτή, είναι οι πολίτες της Κέρκυρας αλλά και οι κάτοικοι του Τεμπλονίου, οι οποίοι επί σειρά ετών δέχονται υποσχέσεις για την επίλυση του προβλήματος, χωρίς μέχρι σήμερα να έχει σημειωθεί η παραμικρή πρόοδος.
Ας δούμε όμως, ποια είναι η πραγματικότητα που ισχύει γενικά στη χώρα μας το 2007 αλλά και σε ένα Νομό της, με 120.000 κατοίκους και πολλαπλάσιο αριθμό επισκεπτών κάθε χρόνο – στο Νομό της Κέρκυρας.
Δυστυχώς, η χώρα μας (σε αντίθεση με τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης) καθυστέρησε σημαντικά να δημιουργήσει τις κατάλληλες υποδομές για τη σωστή και επαρκή διαχείριση των απορριμμάτων – και προφανώς από αυτή την πραγματικότητα δεν εξαιρείται ο Νομός Κέρκυρας. Οι συνέπειες από αυτή την καθυστέρηση είναι γνωστές σε όλους. Το μέγεθος του προβλήματος αποδεικνύεται από τις ανεξέλεγκτες - παράνομες χωματερές που είναι διάσπαρτες σε όλη τη χώρα, απειλώντας τη δημόσια υγεία και επιβαρύνοντας το φυσικό μας περιβάλλον αλλά και τον κορεσμό που έχει επέλθει σε όλες τις νόμιμες χωματερές και τους ΧΥΤΑ της χώρας. Είναι ενδεικτικό ότι από τις 5.000 χωματερές που λειτουργούν στη χώρα μας, το 70% περίπου είναι εντελώς ανεξέλεγκτες. Και αν θέλει κανείς να αποδώσει «τα του καίσαρος, τω καίσαρι» θα πρέπει να επισημάνει και το γεγονός ότι η πλειοψηφία των ΟΤΑ, δεν έχουν ικανοποιήσει τις συμβατικές τους υποχρεώσεις απέναντι στη νομοθεσία σχετικά με την ανακύκλωση, παρά το γεγονός ότι σαν χώρα, έχουμε αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις, ώστε να επιτύχουμε συγκεκριμένους στόχους και χρονοδιαγράμματα. Μέχρι σήμερα όμως, δεν έχουμε επιτύχει να ικανοποιήσουμε σε σημαντικό βαθμό ούτε καν τους πρώτους στόχους του 2006. Και οι στόχοι αυτοί είναι η μείωση του όγκου των απορριμμάτων, η ανάκτηση υλικών, η διαχείριση των ειδικών απορριμμάτων (όπως οργανικά υλικά με κομποστοποιήση, ηλεκτρικές / ηλεκτρονικές συσκευές, λάστιχα αυτοκινήτων, ορυκτέλαια, μπαταρίες κ.α.)
Επομένως, η ριζική αλλαγή προσανατολισμού στο θέμα της διαχείρισης των απορριμμάτων, δεν αποτελεί επιλογή αλλά μάλλον μονόδρομο – τόσο για τη χώρα, όσο και για την Κέρκυρα. Όμως σε αυτό το δύσκολο και πολυεπίπεδο πρόβλημα, το μόνο που είναι βέβαιο είναι ότι δεν υπάρχουν «μαγικές λύσεις».
Η λύση της καύσης των απορριμμάτων (την οποία πολλοί ΟΤΑ έσπευσαν να υιοθετήσουν), απορρίπτεται σχεδόν από το σύνολο των οικολογικών οργανώσεων, καθώς οι συνέπειες στον τομέα τους κόστους και της υγείας, είναι εξαιρετικά σοβαρές. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι σε ολόκληρο τον κόσμο, το κόστος της καύσης είναι τριπλάσιο από το κόστος της υγειονομικής ταφής. Και τούτο γιατί, η κατασκευή ενός εργοστασίου καύσης, οφείλει πάντα να συνοδεύεται από την παράλληλη κατασκευή μιας χωματερής τοξικών. Τα κατάλοιπα της καύσης, είναι εξαιρετικά τοξικά και απαιτούν ειδική μεταχείριση. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς, ότι οι όποιες υποσχέσεις δίνονται, δυστυχώς δεν μπορούν να ξεπεράσουν τους κανόνες της φυσικής και της χημείας...
Επιπρόσθετα, πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι σύμφωνα με την κοινοτική οδηγία 99/31, από το 2010 θα επιτρέπεται η απευθείας ταφή μόνο του 56% των απορριμμάτων, από το 2013 του 35%, και από το 2020 μόλις το 18%. Στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, η κατασκευή Χ.Υ.Τ.Υ. (Χώροι Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων) αποτελεί την πλέον ενδεδειγμένη μέθοδο που εφαρμόζεται ολοένα και περισσότερο, και η οποία προβλέπει την ταφή μέρους των απορριμμάτων ενώ το υπόλοιπο μετατρέπεται σε θερμική ενέργεια, λίπασμα, κλπ. Για να είναι σε θέση κανείς να συγκρίνει, να αναφέρουμε ότι στην Ελλάδα ανακυκλώνεται μόλις το 8% των απορριμμάτων και το 92% οδηγείται στους ΧΥΤΑ, ενώ στην Ολλανδία ανακυκλώνεται το 65% των απορριμμάτων, στους ΧΥΤΑ οδηγείται μόλις το 3%, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό επεξεργάζεται με άλλες εναλλακτικές μεθόδους. Και αν αυτή η σύγκριση δεν είναι αρκετή, να αναφέρουμε τη Δανία, η οποία ενταφιάζει μόνο το 10% των απορριμμάτων της, σε σύγκριση με το δικό μας 92%....
Η υιοθέτηση της μεθόδου της κομποστοποίησης και η απόλυτη εφαρμογή ολοκληρωμένων προγραμμάτων ανακύκλωσης, αποτελούν τις κεντρικές παραμέτρους για μια ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος. Κατά συνέπεια αποτελεί προϋπόθεση, σε κάθε γειτονιά να υπάρχουν οι ειδικοί μπλε κάδοι ανακύκλωσης, να δημιουργηθούν «κέντρα διαλογής στην πηγή», ούτως ώστε η διαδικασία της ανακύκλωσης να μπορεί να προχωρά αποτελεσματικά και να σταματήσουν επιτέλους πολύτιμα υλικά να καταλήγουν στις χωματερές. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την παγκόσμια εμπειρία, με αυτά τα απλά βήματα μπορούμε να μειώσουμε μεσοπρόθεσμα περίπου κατά 70-80% τα παραγόμενα απορρίμματα, με αποτέλεσμα να μένουν μόνο τα αδρανή υλικά, τα οποία και θα κληθούμε να ενταφιάσουμε.
Επομένως, αν ήθελε κανείς συνοπτικά να δει τα προαπαιτούμενα για τη μια μόνιμη λύση του προβλήματος, θα εντόπιζε τα εξής: 1) δημιουργία σύγχρονων υποδομών, με τη χρήση σύγχρονης τεχνολογίας, 2) απαραίτητη και ουσιαστική βούληση συνεργασίας από τους ΟΤΑ, τις βιομηχανίες αλλά και τις εταιρείες και 3) (ιδιαίτερα σημαντικό) μεθοδική ενημέρωση, πληροφόρηση, εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση των Πολιτών, οι οποίοι αποτελούν ίσως τον κρισιμότερο παράγοντα, για να λειτουργήσουν με ουσιαστικό και βιώσιμο τρόπο όλες οι μέθοδοι ανακύκλωσης και εναλλακτικής διαχείρισης των απορριμμάτων. Είναι φανερό λοιπόν, ότι η σύγχρονη διαχείριση του προβλήματος, δεν επιτρέπει βιαστικές και επιπόλαιες προσεγγίσεις ή αποσπασματικές δράσεις, αλλά γενναία πολιτική βούληση και σχεδιασμό.
Είναι αυτονόητο εξάλλου, ότι η ανακύκλωση, η εξοικονόμηση ενέργειας και η προστασία του περιβάλλοντος, πρέπει να πάψουν να φαντάζουν ως «πολυτέλεια», αλλά να γίνει σαφές σε όλους ότι πλέον οφείλουν να αποτελούν απόλυτη προτεραιότητα και αναγκαιότητα στην καθημερινή ζωή.
Στο Νομό της Κέρκυρας λοιπόν, δεδομένου ότι έχουμε αγγίξει το «σημείο μηδέν», όχι μόνο δεν πρέπει να φοβηθούμε αυτή την προσέγγιση αλλά αντιθέτως, πρέπει άμεσα να πάρουμε εκείνες τις πολιτικές αποφάσεις που θα επιτρέψουν την υλοποίηση ενός τέτοιου προγράμματος. Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να αποδείξουμε στην πράξη και όχι στα λόγια, ότι λειτουργούμε με βάση τη λογική της αειφόρου ανάπτυξης και της μετατροπής της Κέρκυρας σε Οικολογικό νησί.
Κατόπιν τούτων, στις άμεσες προτεραιότητες μαςπρέπει να τεθεί, η διεύρυνση του προγράμματος ανακύκλωσης σε όλο το Νομό, σε συνδυασμό με την άμεση έναρξη των αναγκαίων διαδικασιών που απαιτούνται (εκπόνηση των αναγκαίων μελετών), σε επίπεδο Περιφερειακού Σχεδιασμού -λαμβάνοντας υπόψη βέβαια τον προβλεπόμενο χωροταξικό σχεδιασμό του Νομού- ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο χρόνος που χρειάζεται για την υλοποίηση και εφαρμογή του σύγχρονου μοντέλου συνολικής διαχείρισης των απορριμμάτων του Νομού, που όλοι επιθυμούμε και επιδιώκουμε.
Ωστόσο, η έναρξη κοινωνικού διαλόγου, και η διαρκής ενημέρωση των πολιτών για τις προτεραιότητες που έχουν τεθεί, θα πρέπει να συνοδευτούν από τις άμεσες παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν στη μονάδα ΧΥΤΑ στο Τεμπλόνι, και οι οποίες θα έχουν ως στόχο την επίτευξη της καλύτερης δυνατής λειτουργίας της μονάδας, ώστε να περιοριστούν στο ελάχιστο δυνατό οι αρνητικές συνέπειες που προκύπτουν από την λειτουργία του, για την ποιότητα ζωής των κατοίκων, αλλά και το περιβάλλον.
Τέλος, είναι προφανές ότι το ζήτημα της διαχείρισης των απορριμμάτων στο Νομό της Κέρκυρας, πρέπει να προσεγγιστεί συνολικά, ενώ πρέπει να διεκδικηθεί και να υποστηριχθεί από όλους τους φορείς και τους κατοίκους, καθώς μας αφορά όλους, καθώς όλοι μας παράγουμε απορρίμματα, και κατά συνέπεια μερίδιο ευθύνης αναλογεί σε όλους μας.
Ας τολμήσουμε, ας αποφασίσουμε, ας διεκδικήσουμε.
Άντζελα Γκερέκου
Βουλευτής Κέρκυρας ΠΑΣΟΚ
Σχετικά άρθρα:
Tελικά ποια είναι η θέση της κ.Γκερέκου για τον ΧΥΤΑ της Λευκίμμης;